HB: Η Ελλάδα αυστηροποιεί τους όρους για τις χρυσές βίζες
15 Ιανουαρίου 2025Από τις 3 Απριλίου η Ισπανία πρόκειται να θέσει τέλος στο πρόγραμμα της για τις λεγόμενες «χρυσές βίζες», κάτι που έχουν πράξει ήδη και άλλες χώρες της ΕΕ, όπως η Ολλανδία και η Ιρλανδία, ενώ η Ελλάδα και η Πορτογαλία έθεσαν σαφώς αυστηρότερες προϋποθέσεις συμμετοχής.
Όπως παρατηρεί η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt, «στην Ελλάδα οι τιμές για τις άδειες παραμονής αυξήθηκαν (…) και πλέον οι αγοραστές από τρίτα κράτη θα πρέπει να επενδύουν τουλάχιστον 400.000 ευρώ σε ένα ακίνητο. Στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη όπως και στα ελληνικά νησιά με περισσότερους από 3.000 κατοίκους το ελάχιστο ποσό ανέρχεται μάλιστα σε 800.000 ευρώ.
Επιπλέον, η επένδυση δεν μπορεί πλέον να μοιράζεται σε διαφορετικά ακίνητα, αλλά αντιθέτως πρέπει να γίνεται σε ένα ακίνητο έκτασης τουλάχιστον 120 τ.μ. Τα ακίνητα μπορούν να ενοικιαστούν, όχι όμως στα πλαίσια συμβάσεων βραχυχρόνιας μίσθωσης ως κατοικίες για διακοπές.
Με αυτά τα μέτρα η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει να κατευθύνει το ενδιαφέρον των επενδυτών του προγράμματος με τις χρυσές βίζες προς τα πολυτελή ακίνητα, τα οποία λόγω της υψηλής τιμής και του μεγάλου μεγέθους τους δεν είναι προσιτά για τους εγχώριους αγοραστές».
Η οικονομική επιθεώρηση εκτιμά δε πως «παρά τις υψηλότερες τιμές η Ελλάδα φαίνεται να έχει επωφεληθεί από τη λήξη των αντίστοιχων προγραμμάτων σε άλλες χώρες. Από την έναρξή του πριν από 12 περίπου χρόνια το πρόγραμμα εκτιμάται πως κινητοποίησε επενδύσεις ύψους 9 δισεκατομμυρίων ευρώ».
«Σωστή» η απόφαση για την αστυνόμευση στα γήπεδα
Σε μία απόφαση-σταθμό το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας έκρινε πως από εδώ και πέρα οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι θα πρέπει να συνεισφέρουν οικονομικά στην κάλυψη των εξόδων για την αστυνόμευση των γηπέδων σε αγώνες «υψηλού κινδύνου». «Ήταν καιρός να παρθεί μία τέτοια απόφαση και η κρίση του δικαστηρίου είναι σωστή», γράφει η Süddeutsche Zeitung.
Μήπως το κράτος ζητάει πολλά από τις γερμανικές λίγκες, όπως υποστηρίζουν οι εκπρόσωποί τους; Το κόστος υπολογίζεται να ανέλθει συνολικά γύρω στα 15 με 20 εκατομμύρια ευρώ – «ένα ποσό που δαπανάται για τη μεταγραφή ενός συνηθισμένου αριστερού αμυντικού», όπως παρατηρεί η SZ. «Επομένως, τα λεφτά αυτά δεν είναι πολλά για την ποδοσφαιρική βιομηχανία, η οποία επωφελείται σε πολλές άλλες περιπτώσεις εδώ και καιρό από τη στήριξη που της παρέχουν οι φορολογούμενοι. Όχι μονάχα με τα πακέτα εκατομμυρίων που δόθηκαν στους συλλόγους κατά την περίοδο της πανδημίας – η κατασκευή και η συντήρηση των ποδοσφαιρικών γηπέδων εξαρτάται επίσης πολύ συχνά από κρατικές επιχορηγήσεις. Το άθλημα είναι σημαντικό για το κράτος και αυτό είναι θετικό. Πρέπει όμως αυτή η εκτίμηση να είναι αμφίδρομη».
Θα αγοράσει το TikTok ο Ίλον Μασκ;
Πληθαίνουν οι «ψίθυροι» σχετικά με την πώληση μέρους του TikTok στον Αμερικανό δισεκατομμυριούχο Ίλον Μασκ, με την Bytedance, την κινεζική εταιρεία εκμετάλλευσης του TikTok, να χαρακτηρίζει βέβαια τις φήμες ως «καθαρή φαντασία».
Παρ' όλα αυτά η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt θεωρεί πως μία τέτοια εξέλιξη θα αποτελούσε μία αρκετά έξυπνη στρατηγική επιλογή για το Πεκίνο:
«Για το Πεκίνο μία τέτοια συμφωνία με τον Μασκ θα αποτελούσε ένα damage control, σύμφωνο με τα κινεζικά γούστα: Δεν θα ήταν μία τέλεια συμφωνία, αλλά θα αποτελούσε μία ιδιοφυή στρατηγική κίνηση. Ειδάλλως η Κίνα βρίσκεται στα πρόθυρα μίας ήττας, καθώς ένας νόμος των ΗΠΑ απαιτεί την πώληση του αμερικανικού παραρτήματος του TikTok ως τις 19 Ιανουαρίου – σε αντίθετη περίπτωση η εφαρμογή, που σήμερα μετράει περίπου 170 εκατομμύρια Αμερικανούς χρήστες, θα απαγορευτεί. Και αυτό φυσικά δεν θα ήταν προς το συμφέρον του Πεκίνου».
Ο Μασκ είναι «ένας άνθρωπος με επιρροή, απρόβλεπτος, αδυσώπητος, ένας "deal-maker” που δεν έχει ανάγκη από μεσάζοντες, όπως και ο ίδιος ο Τραμπ». Υπό αυτήν την έννοια ο δισεκατομμυριούχος ίσως να αποτελεί τον ιδανικό συνεργάτη για το Πεκίνο, καθώς και κάποιον που θα μπορούσε να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ. «Ακόμη και να μην πωληθεί όμως το TikTok και να επιβληθεί απαγόρευση στην πλατφόρμα, ο μιντιακός πόλεμος ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις δεν θα έχει τελειώσει ακόμη».